Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.
Δεν έχετε αγαπημένα προϊόντα
Πρέπει να συνδεθείτε για να εισάγετε αγαπημένα προϊόντα
Υπεύθυνος σειράς: Ηλίας Μαγκλίνης
Γυναίκες δεν γεννιόμαστε, αλλά γινόμαστε.
Σιμόν ντε Μποβουάρ
Παρακαλώ συνδεθείτε για να στείλετε τα σχόλιά σας.
«Γυναίκες δεν γεννιόμαστε αλλά γινόμαστε», είναι μία από τις διασημότερες φράσεις της Σιμόν ντε Μποβουάρ. Στη Γαλλίδα φιλόσοφο και συγγραφέα οφείλονται αυτό και άλλα τσιτάτα που τροφοδότησαν τον δυναμικό φεμινισμό των δεκαετιών ’60 και ’70. Και μολονότι ως διανοούμενη δεν είναι πλέον τόσο επιδραστική στο ευρύ κοινό, η προσωπικότητά της τείνει να γίνει pop. Με αυτό το πρίσμα την ξανακοιτάζει και η καθηγήτρια φιλοσοφίας Κέιτ Κερκπάτρικ στη βιογραφία που έγραψε με τίτλο «Πώς η Σιμόν έγινε η Μποβουάρ» (εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση: Στέλλα Κάσδαγλη).
Αντλώντας υλικό από αδημοσίευτες πηγές αφηγείται την ιστορία της με τέτοιο τρόπο ώστε να εξηγήσει στον αναγνώστη πώς η Σιμόν διαμόρφωσε τον εαυτό της ώστε να γίνει το πρόσωπο που επιθυμούσε. Πώς δηλαδή ένα κορίτσι που γεννήθηκε στο Παρίσι το 1908, γόνος μιας οικογένειας που ανήκε στην ανώτερη αστική τάξη της χώρας με έναν αριστοκράτη πρόγονο ο οποίος μάλλον αποκεφαλίστηκε κατά τη Γαλλική Επανάσταση, έγινε μια μαχητική υπαρξίστρια φιλόσοφος, περνώντας μέσα από το επαναστατικό, πολυερωτικό, πολύπλοκο σχήμα της σχέσης με τον φιλόσοφο – σύμβολο Ζαν Πολ Σαρτρ. Η συγγραφέας μεταφέρει το κέντρο βάρους από εκείνον σε εκείνη, κάποιες φορές με μια έγνοια που φαντάζει υπερβολικά #MeToo. Η Μποβουάρ, που ποτέ δεν χρειάστηκε απολογητή της χειραφέτησής της, ίσως διαφωνούσε με αυτόν τον αναχρονισμό. Αυτή είναι η μόνη μας ένσταση σε μια εμπεριστατωμένη βιογραφία που διαβάζεται πολύ ευχάριστα.
Η 19χρονη Σιμόν σε μια κοινωνία που ήθελε τις γυναίκες πρώτα παντρεμένες και μητέρες- μήπως και τώρα σε μεγάλο βαθμό δεν συμβαίνει το ίδιο;- ονειρευόταν να βρει μια σχολή φιλοσοφίας, η οποία θα την ενέπνεε και θα την ακολουθούσε. Αυτήν την πορεία παρακολουθεί η Ιρλανδή φιλόσοφος και συγγραφέας. Την πορεία μιας γυναίκας που από Σιμόν έγινε Μποβουάρ. Έγινε μια από τις σημαντικότερες διανοούμενες του 20ου αιώνα. Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν μετά τον θάνατο της το 1986 προστέθηκαν πολλά στοιχεία για τη ζωή της, αποκαλύφθηκαν νέα βιογραφικά στοιχεία, τα οποία οργανώνει, θεματοποιεί και παρουσιάζει με γλαφυρότητα και άμεση γραφή η συγγραφέας αυτής της νέας βιογραφίας. Στο βιβλίο αυτό η περίφημη φράση της Μποβουάρ για το «πως γινόμαστε γυναίκες», μετατρέπεται σε απάντηση για το πώς η ίδια η Μποβουάρ έγινε γυναίκα. Σημαντική προσθήκη στο πορτραίτο της μεγάλης αλλά και αντιφατικής γυναίκας.
Αν και το έργο της έχει διαχρονικά υποφέρει από τον σχολιασμό της κλειδαρότρυπας, μία ευτυχής εκδοτική συγκυρία έφερε φέτος και στα ελληνικά βιβλιοπωλεία μία νέα – εξαιρετικά ενημερωμένη– βιογραφία της Μποβουάρ από την Αγγλίδα φιλόσοφο και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Κέιτ Κέρκπατρικ.
Πρόκειται για το «Πώς η Σιμόν έγινε η Μποβουάρ: Μία ολόκληρη ζωή», μία εργασία πεντακοσίων σελίδων που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση της Στέλλας Κάσδαγλη. Η νέα βιογραφία φωτίζει με τρόπο που ενδιαφέρει σήμερα τη δημόσια συζήτηση τις απόψεις της Μποβουάρ πάνω σε μία σειρά θεμάτων. Όπως οι αμβλώσεις, τα αναπαραγωγικά δικαιώματα, η ρευστότητα του φύλου, ο αστικός γάμος, τα γηρατειά, ο πόλεμος κι ο επεκτατισμός.
Αν και λιγότερο θεωρητική βιογραφία –συγκριτικά με την αντίστοιχη σημαντική κατάθεση της Τόριλ Μόι «The Making of an Intellectual Woman» στις εκδόσεις του 1994 και του 2008– η μελέτη της Κερκπάτρικ έχει σταθερή στόχευση. Δεν είναι άλλη από την υπεράσπιση και την επικαιροποίηση του έργου της Μποβουάρ.
Αυτή την αποστολή καλούνται να αποδεχθούν οι αναγνώστες που θέλουν να ανακαλύψουν με το δικό τους προσωπικό πια φίλτρο την Μποβουάρ όχι ως –συχνά αμφισβητούμενη– φεμινίστρια ή την Μποβουάρ ως σκανδαλώδη αμφισεξουαλική σύντροφο του Σαρτρ, αλλά την Μποβουάρ ως πνευματικό μέγεθος. Τη φιλόσοφο και πολιτική ακτιβίστρια παγκόσμιας ακτινοβολίας.
Η Κερκπάτρικ χαρακτηρίζει στο βιβλίο της την Μποβουάρ «φωνή του φεμινισμού στον 20ό αιώνα» και μας πείθει πως με αφετηρία της το «Δεύτερο Φύλο» και το αποτύπωμά του στη γυναικεία υπόθεση, η Μποβουάρ ως δημόσια διανοούμενη διατηρεί τη διαχρονία της, έχοντας προσφέρει ένα έργο που στέκεται αγέραστο και το ίδιο «πολεμικό» απέναντι στην προβληματική του καιρού μας. Τη στιγμή που ο Σαρτρ θεωρείται ξεπερασμένος, η δική του «Βαλκυρία του πνεύματος», κατά τον γνωστό χαρακτηρισμό που της απέδωσε, επιβεβαιώνει πως ήταν πάντοτε μία πρωτοπόρος διανοήτρια.
Η βιογραφία μάς πληροφορεί σχεδόν για όλα και παρουσιάζει ακόμα κι άγνωστο ως σήμερα υλικό (π.χ. τα γράμματα του Λανζμάν, του κατά δεκαοχτώ χρόνια νεότερου συντρόφου της). Όπως έχει πει, όμως, η ίδια η Μποβουάρ «λέμε τα πάντα μόνο όταν δεν υπάρχουν πολλά να πούμε».
Ας σταθούμε, λοιπόν, σε όσα θίγει ειδικά στον επίλογό της η Κερκπάτρικ, όπου διερωτάται «Τι θα απογίνει η Σιμόν ντε Μποβουάρ» κι ας προχωρήσουμε στη δική μας –ατομική και συλλογική– διαδρομή στο έργο της. Εστιάζοντας στα δημόσια κι όχι στα ιδιωτικά, με συνείδηση της φράσης που δονούσε την κηδεία της το 1986, όταν το συγκεντρωμένο πλήθος φώναζε «Γυναίκες, της χρωστάτε τα πάντα».