Ο Κοσμάς ο έμπορος, ο ταξιδευτής είναι εκείνος που θέλησε να μάθει τον κόσμο ίσαμε εκεί που δεν υπάρχουν τα σημάδια του, που όλα είναι λευκά, που ίσως να μπορούσαν να φτάσουν μόνο τα παραμύθια. Να γράψει ο ίδιος τις λευκές κόλες του άγνωστου…
Ήταν κάποτε τα χρόνια εκείνα τα παλιά που αυτοκράτορας των Ρωμαίων λογαριαζόταν ο Ιουστινιανός, η Μεσόγειος η αρχή και το τέλος του κόσμου. Κι ήταν καρδιά της η θάλασσα που χτυπούσε ολόγυρα σε ακτές κι ακρογιάλια. Κι ο κόσμος ετούτος, για να κρατηθεί στα χέρια του ενός, με μάχες και πολέμους πολλούς πορευόταν. Ο Κοσμάς γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια κι ήταν από πάντα του ταξιδευτής, γραφιάς και άνθρωπος που τόλμησε να φτάσει ίσαμε εκεί που λίγοι κατάφεραν. Στις άσπρες ή τις γαλάζιες πηγές του Νείλου, γεύτηκε, είδε, ακούμπησε τα πιο απίθανα ζώα, πράγματα κι ύστερα κίνησε για ακόμα παραπέρα, ίσαμε την Ινδία. Κι αφού είδαν τα μάτια του όσο κανενός αλλουνού δεν είχαν δει, έγραψε για όλα τα θαυμαστά του κόσμου, μα και για εκείνα που ονειρεύτηκε, που μύρισε, που φαντάστηκε και γέμισε ίσαμε έντεκα βιβλία με ιστορίες και παραμύθια του καιρού του, σαν αρνήθηκε τα ταξίδια κι έγινε Κοσμοκαλόγερος! Σε ένα βιβλίο και μόνο χώρεσε ο κόσμος ο πραγματικός …ο κάτασπρος!
Κι ύστερα στην Άσπρη χώρα, την Αλβανία, κάθισε η μπίλια της Ιστορίας. Στον γιο του κύρη της Καστριότα της Πετράλμπας, τον Γκίοργκι που τον άρπαξαν οι Τούρκοι από μικρό να τον κάνουν γενίτσαρο. Kαι τον μεγάλωσε ο Σουλτάνος σαν γιο του, σαν άρχοντα σωστό. Κι όταν σήμανε η ώρα να κατακτήσει τον κόσμο τον έστειλε ενάντια στον ίδιο του τον πατέρα να πολεμήσει. Μόνο που δεν κατάλαβε ο Σουλτάνος πως οι Αετοί δεν πιάνονται, δεν φυλακίζονται, δεν ξεχνούν τους τόπους που μυρίζουν μυρωδιές γέννας και ψυχής ελεύθερης. Ο Ισκεντέρ Γκόργκι αλλάζει και πάλι την πίστη του, γίνεται αντάρτης, δίκαιος, πολεμιστής πανώριος και ξακουστός, με μέθοδο, με τρόπο και με δύναμη αξεπέραστη. Στα είκοσι πέντε χρόνια που μένει στα βουνά όλα αλλάζουν στον κόσμο ακόμα και το όνομά του γίνεται Αλέξανδρος των Βουνών από τον ίδιο τον Σουλτάνο και αντιμέτωπός του πια γίνεται ο Μωάμεθ που ’χαν σχεδόν μεγαλώσει μαζί. Και πέρασαν τα χρόνια και γινήκανε άσπρα τα μαλλιά και ρίχνονταν στις μάχες ίσαμε τη στερνή του ώρα. Φεύγοντας περήφανος από τη ζήση σε λίγες μέρες τον ακολούθησε και το κάτασπρο άλογό του κι έμειναν όλοι όσοι πολέμησαν μαζί του, ονομαστά αρχοντόπουλα, μαύρα, λευκά, πολύχρωμα στις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας…
Οι χώρες του Βορρά είναι κάτασπρες, αλλά αγαπούν τα χρώματα. Εκεί μένουν οι Βίκινγκς και τα καράβια τους τα λένε δρακοκάραβα. Εκεί μεγάλωσε κι ο Χάραλντ ίσαμε τα 15 του χρόνια που ρίχτηκε στον πόλεμο, νικήθηκε και τράβηξε ανατολικά στην άλλη άσπρη χώρα τη Λευκορωσία. Κι έγινε αξιωματικός του Γιαροσλάβ του Σοφού κι απόκτησε τον πρώτο του θώρακα, την Έμμα. Και κίνησε μαζί με τον στρατό για τη Βασιλεύουσα και πέρασε βουνά, καταρράκτες και δύσβατα μέρη, ώσπου αντίκρισε τον τόπο που θεοί νόμιζε πως κατοικούσαν κι όχι θνητοί… Και γύρισε πίσω ξανά και έγινε πλούσιος πολύ από το χρυσάφι που τον πλήρωνε ο αυτοκράτορας για τις υπηρεσίες του και πολέμησε σαν θεριό κι έφτασε να γίνει Βασιλιάς του Χιονιού ίσαμε την τελευταία του πνοή...
Και τελειώνουν οι άσπρες ιστορίες με εκείνη του Ουζούν Χασάν του ανίκητου που ήταν αιτία μια γυναίκα η Δέσποινα Χατούν, η ωραιότερη απ’ όλες στη Χώρα των Ασπροπροβατάδων για να χάσει… Εκεί που αρχίζει η αγάπη, τελειώνουν τα λόγια, η Θεοδώρα, η κόρη του Ιωάννη του Μεγαλοκομνηνού, η Δέσποινα δηλαδή, θα γίνει γυναίκα του Ουζούν. Και θα ζήσουν σε ένα παλάτι που πέντε χιλιάδες βήματα ήθελε κανείς να το γυρίσει όλο. Και σαν θα έρθει η στιγμή τον λόγο του στον Πατέρα της γυναίκας του να κρατήσει ο Ουζούν θα πολεμήσει για τον σωσμό της Τραπεζούντας και θα νικηθεί για πρώτη φορά.
Κάθε πρόταση και μια εικόνα από εκείνη την εποχή της ιστορίας που σε ανατριχιάζει, σε παρασύρει, σου δημιουργεί καινούργιους μύθους και παραμύθια. Κάθε σελίδα ποτισμένη με χρώμα, μάχες, έρωτα, ζωή και θάνατο. Άλλο ένα βιβλίο ιστορίας καλογραμμένης, περιπετειών που διαβάζεις ξανά και ξανά, γιατί είναι δοσμένες με τρόπο τόσο ζωντανό τόσο μοναδικό που δεν θέλεις ποτέ να τελειώσουν οι περιγραφές. Μαρία Αγγελίδου και πάλι η συγγραφέας, Κατερίνα Βερούτσου η εικονογράφος. Το τέταρτο βιβλίο της αγαπημένης σειράς, η τέταρτη συνεισφορά σε μας των πιο πολύτιμων «χρωμάτων» του Βυζαντίου.
Τι να πω για μια ακόμα φορά. Πλημμυρισμένο γλώσσα ελληνική, γάργαρη και χρωματισμένη. Μοναδικές περιγραφές γεγονότων γνωστών και άγνωστων. Μια ανάσα παίρνεις ίσαμε την τελευταία λέξη και θες να διαβάσεις ακόμα πιο πολλά, να μάθεις, να ονειρευτείς να ξαναπείς πως αυτό το κείμενο θα έπρεπε να είναι μάθημα στα σχολειά. Αυτήν την Ιστορία θέλουμε για τα παιδιά, για μας, για τον κόσμο μας.
Ψάξτε και βρείτε όλους τους τόμους και κρατήστε τους σαν πολύτιμους στη βιβλιοθήκη. Κι όταν σας ακουμπά το παρελθόν, κι όταν σκέφτεστε σημαντικά γεγονότα του τότε, μάχες, πολέμους, θησαυρούς…, να τις ξαναδιαβάζετε. Σαν καλογυρισμενες ταινίες όλες οι ιστορίες, πολύτιμες.
Γραφή, εικόνα, μύθος, ιστορία, χρώμα και πόλεμοι. Όλα τα ’χουν τούτα τα βιβλία κι είναι γραμμένα για κάθε ηλικία από τα μικράτα των οκτώ εννέα χρονών…. ίσαμε!