×

Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.

{{item.custom_attributes.author}}
Ποσότητα: {{item.quantity}}
{{item.total_price}} {{item.total_discounted_price}}
×
Υποσύνολο:
{{order.discounted_cost}}
Έκπτωση Προσφοράς:
{{order.promo_discount}}
Έκπτωση Κουπονιού:
{{order.extra_discount}}
Κόστος Αποστολής:
{{order.shipping_cost}}
Επιβάρυνση Πληρωμής:
{{order.payment_cost}}
ΣΥΝΟΛΟ:
{{order.final_cost}}
{{ product.title }}
{{ product.custom_attributes.author }}
{{ product.price }} {{ product.discounted_price }}
×
×
ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΜΟΥ ΟΙ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΟΥ ΤΑ EBOOKS ΜΟΥ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΜΟΥ ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ
10%
ΒΙΒΛΙΟ

Πεδίο πόθου

10%
ΒΙΒΛΙΟ

Πεδίο πόθου

Ποίηση
978-960-375-788-7
01/04/2005
Εξαντλημένο
Ποιήματα της ηδονής και του έρωτα, στην πλήρωση ή τη στέρησή του, βασισμένα στο βίωμα, δοσμένα με άμεσο, γυμνό, εξομολογητικό λόγο.

Περιγραφή βιβλίου

Απροκάλυπτα τολμηρή ερωτική ποίηση, με γυμνή, ρεαλιστική έκφραση, εξομολογείται τις εξαιρετικές στιγμές όταν η ζωή συναντάει το πάθος, την ουσιαστική εκείνη γλύκα που ενώνει ερωτικά δύο ανθρώπους, τη συναισθηματική και σεξουαλική εμμονή, την επιθυμία που κυλάει στο αίμα και καθορίζει την ύπαρξή μας. Μια ποίηση συγκινησιακά θερμή και υποβλητικά δραματική, με ένα ρυθμό εσωτερικό και αισθαντικό, που αποκαλύπτει ό,τι μας καίει και μας συγκλονίζει. Θαρραλέα ανατέμνει με οξύτατη κριτική και παρατηρητικότητα την κοινωνική υποκρισία και την ψευδοαπελευθέρωση.
Ποιήματα της ηδονής και του έρωτα, στην πλήρωση ή τη στέρησή του, βασισμένα στο βίωμα, δοσμένα με άμεσο, γυμνό, εξομολογητικό λόγο.
Ανατρεπτικά τολμηρή ποίηση για τον έρωτα ως βαθύ αίσθημα και ηδονιστική σωματική απόλαυση, για τις μύχιες επιθυμίες και τον παντοδύναμο ερωτισμό που είναι η ιερή και μυστική θρησκεία μέσα μας.
Τολμηρά ποιήματα της ηδονής, του έρωτα, της ωμής σεξουαλικότητας με ανυπόκριτα βιωματικό και άμεσο λόγο.

Πληροφορίες

  • Αλεξάνδρα Μπακονίκα
  • 978-960-375-788-7
  • 01/04/2005
  • Μαλακό

Σχόλια

Κριτικές...

Χάρης Μαυρομάτης  ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ, 14/5/2005 
Η ποίηση της κας Μπακονίκα δεν με βρίσκει αρνητικά διακείμενο. Ίσα ίσα, υπήρξαν στιγμές που ένιωσα πολύ κοντά της και στη φόρμα και στη ροή του λόγου και στο παιχνίδι ανάμεσα στην κλασική άποψη για την ποίηση και σ’ εκείνη για το πεζό. Το τοπίο των γυμνά ερωτικών ποιημάτων της είναι οι καθημερινές θέσεις των κορμιών.  
Βασίλης Πάγκαλος  ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, "Πανσέληνος", 26/6/2005 
Ερωτική, ηδονική, τολμηρή, είναι τα συχνότερα επίθετα με τα οποία χαρακτηρίζεται η ποίηση της Αλεξάνδρας Μπακονίκα – ποίηση της λαγνείας, της σεξουαλικότητας, του απροκάλυπτου ερωτισμού. Παράλληλα με το εξωστρεφές θέμα, όμως, θα πρέπει να επισημάνουμε την ήρεμη, κουβεντιαστή έκφραση, το συγκρατημένο ύφος, την εσωτερική συγκίνηση, τον εξομολογητικό τόνο, το κυνήγι της ουσίας των πραγμάτων. Ενταγμένο στη μακρά παράδοση της ελληνικής ηδονιστικής ποίησης, το έργο της Θεσσαλονικιάς Αλεξάνδρας Μπακονίκα εμφανίζεται σήμερα ως μια μοναχική αλλά ιδιαίτερα χαρακτηριστική περίπτωση.  
Παναγιώτης Γούτας  ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ, Απρίλιος-Ιούνιος 2005 
Και στες επιθυμίες εκείνες σαν να δόθηκες... 
Τα ποιήματα της Μπακονίκα είναι κουβεντιαστά, κατανοητά, με άφθονα πεζολογικά στοιχεία, ενώ στα περισσότερα κυριαρχεί η ντόμπρα εξομολόγηση, στοιχείο που εκπλήσσει για μια γυναίκα ποιήτρια, αφού αυτό το στριπτίζ, το ξεγύμνωμα της ψυχής, το συναντούμε κυρίως σε τολμηρούς συγγραφείς και ποιητές ή σε ομοσεξουαλικούς δημιουργούς. Ο στίχος της, φαινομενικά απλός, έχει δυναμική, αλλά κυρίως μια δική του μουσικότητα, έναν ανεπαίσθητο κυματισμό που όσο ανάλαφρος κι αν ακούγεται στο αυτί, αποκαλύπτει συχνά σκληρές αλήθειες, καθιστώντας μας κοινωνούς «ζόρικων» καταστάσεων της καρδιάς και των αισθήσεων. Γιατί η Μπακονίκα, όπως «παίζει» με τους ήρωές της, όπως ενδίδει ή απορρίπτει τους άνδρες που την πολιορκούν, με την ίδια ευκολία «παίζει» και με τον αναγνώστη, αναγκάζοντάς τον να ξεγυμνωθεί σε παρόμοιες καταστάσεις και κάνοντάς τον συμμέτοχο (και συνένοχο) ερωτικών σπασμών, αρπαχτικών βλεμμάτων, λάγνων εικόνων, εξομολογήσεων και σπάνιων αισθημάτων. Το παιχνίδι στο σύνολό του φαντάζει γοητευτικό, συχνά ερεθιστικό αλλά και άκρως επικίνδυνο. Τολμηρή και προκλητική –στις σωστές, πάντως, δόσεις και αναλογίες-, η ποιήτρια τραγουδά χαμηλόφωνα και μαυλιστικά [...] τον έρωτα, επιχειρώντας να μας «μπάσει» στο δικό της «πεδίο πόθου». [...]
Πιστεύω πως το Πεδίο πόθου της Μπακονίκα περιέχει ουσιαστικά, ώριμα και πολύ μελετημένα στη γραφή ποιήματα. Αξίζει τον κόπο να τα διαβάσετε, ακόμα κι αν νιώσετε –μιλώ κυρίως για τους άνδρες αναγνώστες- παγιδευμένοι στο «ατιθάσευτα ξελογιαστικό» ποιητικό της παιχνίδι.  
Η ΑΥΓΗ, 25/10/2005 
Ερωτικά και άλλα ποιήματα 
Και εδώ παρατηρείται η στενή σχέση της Μπακονίκα με τον σαρκικό έρωτα, πράγμα που της έχει χαρίσει το χαρακτηρισμό της ερωτικής ποιήτριας, μιας από τις πιο ερωτικές της Ελλάδας.  
Ντίνος Σιώτης  ΔΕΚΑΤΑ, φθινόπωρο 2005 
Επίκληση στο ματαιωμένο έρωτα κάνει η Αλεξάνδρα Μακονίκα μέσω της συλλογής της Πεδίο πόθου. Ποίηση γεμάτη υπονοούμενα, ειρωνείες, αλληγορίες, απορρίψεις, συμβολικά σχήματα που παραπέμπουν σε μια υποβόσκουσα ερωτική ατμόσφαιρα άκαρπων συναντήσεων. Πρόκειται για άκρως αισθησιακή ποίηση που καταδυναστεύει τα πάντα. Ένα πολύ καλό βιβλίο.  
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος  ΔΕΚΑΤΑ, χειμώνας 2006 
Φορτισμένο πεδίο 
Η Αλεξάνδρα Μπακονίκα στις έξι ποιητικές συλλογές που έχει δημοσιεύσει μέσα σε μια εικοσαετία, από το 1984 έως σήμερα, επιχειρεί με θαυμαστή συνέπεια, αποφασιστικότητα και σταθερότητα να αντιμετωπίζει μια διπλής όψεως πρόκληση, η οποία μοιάζει να είναι χαρακτηριστική μιας ορισμένης λογοτεχνικής τάσης που αναφαίνεται, από καιρό σε καιρό κατεξοχήν στη Θεσσαλονίκη. Χαρακτηριστικά της είναι, από τη μία πλευρά, μια τολμηρή και εκφραστικά ανοιχτή ερωτική προσήλωση, και, από την άλλη μια –εκ των πραγμάτων ή κατ’ επιλογήν- περιχαράκωση του συγγραφέα στο συντηρητικό και πιεστικό επαρχιακό περίγυρο [...]. Η συνάντηση των δύο αντιτιθέμενων συστατικών όρων της λογοτεχνικής αυτής τάσης [...] οδηγεί σε μια χρήση της ποιητικής γραφής ως αιχμηρού μέσου για να ασκήσει ο ποιητής ευθεία ή υπαινικτική κριτική στη συμβατική ηθική της κοινωνίας, καθώς και σε μια απερίφραστη, και γι’ αυτό σπάνια, ποιητική διαπραγμάτευση της ερωτικής έκστασης και διάθεσης.
Σε τούτη την [...] κατηγορία ανήκει, χωρίς αμφιβολία, και η ποίηση της Αλεξάνδρας Μπακονίκα, συμπέρασμα που επαληθεύεται ασφαλώς και από την πλέον πρόσφατη ποιητική συλλογή της, το Πεδίο πόθου. [...] Το μοτίβο αυτό, πάνω στο οποίο χτίζει τα περισσότερα ποιήματά της, χαρακτηρίζεται από ένα φορτισμένο πεδίο πόθου, καθώς το ορίζει η ίδια σε κάποιο στίχο της. Ένα πεδίο που άλλες φορές αποκαλύπτει σε κοινή θέα στιγμιότυπα ερωτικής συνεύρεσης (από μνήμης ανασυρμένα ή ωσάν να συμβαίνουν στο παρόν του ποιήματος) ή ελάχιστες αλλά γεμάτες πόθο ερωτικές προσεγγίσεις, ενώ άλλες φορές μεταφέρει μελαγχολικές και την ίδια ώρα αυτάρεσκες ενατενίσεις ενός ολοζώντανου και πολυτάραχου ερωτικού παρελθόντος ή πικρές στιγμές ερωτικής αποστέρησης και απόρριψης. Ο χώρος ορίζεται με πυκνά σήματα στις περισσότερες περιπτώσεις, ώστε τα καθέκαστα να τοποθετούνται με σχετική ακρίβεια τόσο μέσα στο σώμα της πόλης (που είναι κατά βάσιν η Θεσσαλονίκη), όσο και σε ποικίλης χρήσεως χώρους (γραφεία, υπνοδωμάτια, ξενοδοχεία, βαγόνια). [...]
η Αλεξάνδρα Μπακονίκα [...] όσο χρησιμοποιεί την ερωτική ελευθεριότητά της για να τα βγάλει πέρα με τη συχνά μοχθηρή και ανάλγητη ανθρώπινη φύση, άλλο τόσο προβάλλει, με φυσικό τρόπο, και την ελευθεροστομία της, για να ασκήσει, ανοικτή ή καλυμμένη, κριτική στις κοινωνικές συμβάσεις και στην υποκρισία του περίγυρού της. Εδώ ακριβώς βρίσκεται, ενδεχομένως, και η δύναμη της γραφής της, στο γεγονός δηλαδή ότι κατορθώνει να δημιουργήσει μια δραστική ποίηση και μαζί μια ερωτική persona, που μπορεί ταυτόχρονα να χαρακτηριστεί έκλυτη και τρυφερή, αυτάρεσκη ή, ακόμη, αλαζονική και ρομαντική, απογυμνωμένη και υπαινικτική, εύθυμη και μελαγχολική, γυναικεία και αρρενωπή.  
Βαγγέλης Ραπτόπουλος  ATHENS VOICE, 2/2/2006 
Λογοκρίνοντας την Μπακονίκα 
Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει μια ποιήτρια ονόματι Αλεξάνδρα Μπακονίκα, την οποία ο πολύς κόσμος αγνοεί. Η Μπακονίκα δεν είχε την τύχη να είναι της μόδας, όπως, φερ’ ειπείν, η Κική Δημουλά, τη γνωρίζουν ελάχιστοι μόνο άνθρωποι από τη λογοτεχνική πιάτσα. Εξάλλου, ποιος διαβάζει σήμερα ποίηση, εκτός από όσους προανέφερα;
Ας υποθέσουμε ότι έχει εργαστεί ως καθηγήτρια αγγλικών, έχει δημοσιεύσει ως τώρα έξι ποιητικές συλλογές , και η τελευταία της, με τον τίτλο «Πεδίο πόθου», κυκλοφόρησε φέτος από το «Μεταίχμιο». Μιλάμε για μεγάλο εκδοτικό οίκο της Αθήνας, που η παραγωγή του διαφημίζεται και παρουσιάζεται στον ημερήσιο Τύπο. Αλλά η Μπακονίκα είχε την ατυχία να γεννηθεί και να ζει στη Θεσσαλονίκη, τα προηγούμενα βιβλία της βγήκαν στη συμπρωτεύουσα, ίσως από τη «Διαγώνιο» ή το «Εντευκτήριο», και ασφαλώς δεν έχει την ευκολία να προβληθεί όπως όσοι ζουν εδώ. Έτσι, από το 1984 που κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο, επί είκοσι δύο χρόνια τώρα, παραμένει μάλλον άγνωστη.
Ας υποθέσουμε ακόμη ότι τα ποιήματά της έχουν καβαφικούς απόηχους (όχι από τα διδακτικά ή τα ιστορικά, αλλά από τα ερωτικά ποιήματα του Αλεξανδρινού), ότι είναι με λίγα λόγια τολμηρά, κι ας μην είναι ομοφυλόφιλα. Απλώς, επειδή τα γράφει γυναίκα, τυχαίνει το αντικείμενο του πόθου της να είναι, όπως και στην περίπτωση του Καβάφη, ο άντρας. Και εφόσον είναι αρκετά τολμηρά, όχι τόσο ως προς το λεξιλόγιό τους, όσο ως προς το περιεχόμενο, δεν προσφέρονται και πολύ για Κρατικά Βραβεία κι άλλες τιμητικές εκδηλώσεις, στις οποίες μετέχουν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, οι αρχές της χώρας. [...]
Η λογοκρισία σήμερα δεν εξασκείται όπως παλιά, με επιτροπές και απαγορεύσεις. Η λογοκρισία σήμερα είναι τα βουνά των βιβλίων που κυκλοφορούν και των εντύπων στα οποία παρουσιάζονται. Αυτά καταπλακώνουν και θάβουν και φιμώνουν τις ενδιαφέρουσες φωνές κάτω από τον άμορφο, τερατώδη όγκο τους. Η λογοκρισία σήμερα είναι η κακόφωνη χορωδία από δεκάδες, εκατοντάδες συγγραφείς, οι οποίοι διαγκωνίζονται για τα αλά Γουόρχολ δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας που τους αναλογούν.
Κι έτσι, ακόμη κι αν υπάρχει όντως μια ποιήτρια ονόματι Αλ. Μπακονίκα, ακόμη κι αν κάποιος σαν εμένα γράφει και δημοσιεύει ένα κείμενο για τη δουλειά της, όπως αυτό που διαβάζετε, η μοίρα της παραμένει προδιαγεγραμμένη. Η λογοκρισία σήμερα είναι η αφάνεια στην οποία σπρώχνονται τόσοι και τόσοι, χωρίς να μπορούν να της εναντιωθούν, χάνοντας την ευκαιρία να επικοινωνήσουν με τους αναγνώστες, που θα είχαν ίσως ανάγκη τη δουλειά τους.
Το γεγονός ότι, διαβάζοντας τα ποιήματα της Μπακονίκα, ένιωσα την επιθυμία να μιλήσω γι’ αυτά και στους άλλους, αποδεικνύει ότι εγώ τουλάχιστον τα είχα ζωτική ανάγκη.