×

Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.

{{item.custom_attributes.author}}
Ποσότητα: {{item.quantity}}
{{item.total_price}} {{item.total_discounted_price}}
×
Υποσύνολο:
{{order.discounted_cost}}
Έκπτωση Προσφοράς:
{{order.promo_discount}}
Έκπτωση Κουπονιού:
{{order.extra_discount}}
Κόστος Αποστολής:
{{order.shipping_cost}}
Επιβάρυνση Πληρωμής:
{{order.payment_cost}}
ΣΥΝΟΛΟ:
{{order.final_cost}}
{{ product.title }}
{{ product.custom_attributes.author }}
{{ product.price }} {{ product.discounted_price }}
×
×
ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΜΟΥ ΟΙ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΟΥ ΤΑ EBOOKS ΜΟΥ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΜΟΥ ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ
10%
ΒΙΒΛΙΟ

Μόνο γιατί μ' αγάπησες

Τα ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη
10%
ΒΙΒΛΙΟ

Μόνο γιατί μ' αγάπησες

Τα ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη
Μαρία Πολυδούρη
Γιάννης Η. Παππάς
Ποίηση
978-960-501-585-5
240
26/09/2011
Εξαντλημένο
Μια έκδοση η οποία περιλαμβάνει όλα τα ποιήματα της ποιήτριας και συμπληρώνεται από χρονολόγιο της ζωής της καθώς και εισαγωγή του επιμελητή.

Περιγραφή βιβλίου

Τώρα μου μένει στου έρωτα την άγρια καταιγίδα
Να ιδώ να μετρηθούν για με θάνατος και ζωή.


Η Μαρία Πολυδούρη (1902-1930), εμβληματική ρομαντική μορφή της σύγχρονης ελληνικής ποίησης, ύμνησε με αμεσότητα και γνήσιο λυρισμό τον παθιασμένο, χωρίς ανταλλάγματα έρωτα, τον έρωτα-αντάρτη που πάει κόντρα σε κοινωνικές συμβάσεις και κατεστημένες αξίες. Ανυπότακτη και ασυμβίβαστη, πέρασε στην ιστορία για τη θυελλώδη σχέση της με τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη καθώς και για το τραγικό της τέλος, στα είκοσι οχτώ της μόλις χρόνια.

Στις σελίδες αυτού του βιβλίου περιλαμβάνονται οι δύο ποιητικές συλλογές που εξέδωσε (Οι τρίλλιες που σβήνουν, Ηχώ στο χάος) και τα ανέκδοτα ποιήματά της, ενώ ο αναγνώστης επίσης θα βρει μια κατατοπιστική εισαγωγή του επιμελητή του τόμου Γιάννη Η. Παππά και εργοβιογραφία της ποιήτριας.

Πληροφορίες

  • Μαρία Πολυδούρη
  • Γιάννης Η. Παππάς
  • 978-960-501-585-5
  • 240
  • 26/09/2011
  • 14 x 21
  • Μαλακό

Σχόλια

Κριτικές...

Αναστάσης Βιστωνίτης  ΒΗΜΑ της Κυριακής 9.10.2011 
Οταν η σάρκα καίγεται, η ψυχή επαναστατεί 
Ξενοφών Μπρουντζάκης  ΠΟΝΤΙΚΙ 13.10.2011 
Γιώργος Βαϊλάκης  ΗΜΕΡΗΣΙΑ 28.10.2011 
Κομψοτεχνήματα για τον έρωτα και το θάνατο 
Η μικρασιατική καταστροφή, η εθνική κατάπτωση, ο οριστικός ενταφιασμός της «μεγάλης ιδέας», η αδυσώπητη ιδεολογική χρεοκοπία είναι μερικές μόνο από τις παραμέτρους της πνιγηρής δεκαετίας του '20: Η παραίτηση ήταν γενικευμένη, η ηττοπάθεια έμοιαζε αναπόδραστη, η απογοήτευση επιβεβλημένη, ενώ οι νέοι -πρωτίστως- αισθάνονταν ότι ζούσαν σε μια πατρίδα χωρίς ιδανικά, ανίκανη, διαλυμένη. Εάν υπάρχει κάποιος που θα κατάφερνε να αποτυπώσει ιδιοφυώς την εποχή του μέσα από τα αδιέξοδα της ατομικότητάς του, αυτός δεν είναι άλλος από τον Κώστα Καρυωτάκη.

Ο ποιητής ζούσε την αναπόδραστη θλίψη της γενιάς του μέσα από την ασάλευτη μονοτονία της καθημερινότητάς του, όπως τη βίωνε από το διορισμό του στη νομαρχία Αττικής. Η ανεπιθύμητη, πάντως, ρουτίνα της εργασίας στη δημόσια υπηρεσία, θα του επεφύλασσε -λίγο καιρό αργότερα- μία ευχάριστη έκπληξη. Ενα από εκείνα τα πληκτικά πρωινά, ανοίγει η πόρτα του γραφείου του και μπαίνει μέσα μια νέα πανέμορφη κοπέλα. Κάθισε απέναντί του και με την πιο ζεστή φωνή που είχε ακούσει ποτέ, του είπε: «Ποιος είστε εσείς; Τι κάνετε μέσα εδώ; Πώς αντέχετε να βλέπετε την ασχήμια όλων τούτων των θλιβερών πλασμάτων; Θα πεθάνουν όπως ακριβώς έζησαν! Ανυποψίαστοι για το θαύμα της ζωής».

Αμηχανία
Ο Καρυωτάκης τα 'χε εντελώς χαμένα και για να κρύψει την αμηχανία του χαμογέλασε. Λίγο ακόμα και θα πίστευε ότι ήταν πλάσμα της φαντασίας του. Τόσο όμορφη και τόσο άφοβη! Αυτή ήταν η αρχή ενός σφοδρού, εκρηκτικού έρωτα, ανάμεσα στον Κώστα Καρυωτάκη και τη μετέπειτα φημισμένη ποιήτρια -και συνάδελφό του, για λίγο, στην υπηρεσία- Μαρία Πολυδούρη, μία σχέση που μέσα από την εκτυφλωτική λάμψη της θα έκαιγε και τους δύο. Η Πολυδούρη ήξερε τον Καρυωτάκη ως ποιητή και τον θαύμαζε απεριόριστα. Εκείνος, πάλι, δεν μπορούσε να πιστέψει πώς η τόσο νέα, όμορφη και έξυπνη Μαρία γύρισε και τον κοίταξε. Για μερικούς μήνες θα ζήσουν μία έντονη και συγκινητική ιστορία αγάπης, ο ένας μόνο για τον άλλο. Η τύχη, ωστόσο, δεν ήταν με το μέρος τους: Το καλοκαίρι του 1922 ο Καρυωτάκης μαθαίνει ότι έχει προσβληθεί από σύφιλη, νόσημα τότε ανίατο και κοινωνικά στιγματισμένο.

Το ανακοινώνει στην αγαπημένη του και της ζητάει να χωρίσουν, ενώ η Πολυδούρη του προτείνει να παντρευτούν χωρίς να κάνουν παιδιά. Αλλά ο Καρυωτάκης ήταν πολύ περήφανος για να δεχθεί μια τέτοια θυσία. Εκείνη, απ' την άλλη, αρχίζει πλέον να έχει αμφιβολίες για την ειλικρίνειά του και νομίζει ότι η «αρρώστια» είναι μία πρόφαση για να την απομακρύνει από κοντά του. Επειτα από ποικίλες μεταπτώσεις, παλινωδίες και συγκρούσεις, θα έρθει ο οδυνηρός και αξεπέραστος -μέχρι τέλους- χωρισμός τους.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, η νέα και όμορφη Μαρία Πολυδούρη έγραφε και αυτή ποίηση και παρ' όλο που θα γινόταν ευρύτερα γνωστή μέσα από τη σχέση της με το διάσημο αυτόχειρα, ως ποιήτρια και ως προσωπικότητα ήταν -με τη σειρά της- αυτόφωτη και ξεχωριστή. Γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1902 στην Καλαμάτα και ήταν κόρη του φιλολόγου Ευγένιου Πολυδούρη και της Κυριακής Μαρκάτου - μιας γυναίκας με πρώιμες φεμινιστικές αντιλήψεις. Στα γράμματα η νεαρή Πολυδούρη εμφανίστηκε σε ηλικία μόλις 14 ετών με το πεζοτράγουδο «Ο πόνος της μάνας» μέσα από το οποίο αναφέρεται στο θάνατο ενός ναυτικού που ξέβρασαν τα κύματα.

Στα 16 της διορίστηκε στη νομαρχία Μεσσηνίας και το 1921 μετατέθηκε στη Νομαρχία Αθηνών, ενώ -παράλληλα- εισάγεται στη Νομική Σχολή. Στην υπηρεσία της εργαζόταν και ο Κώστας Καρυωτάκης, τον οποία μάταια θα προσπαθούσε να λησμονήσει όταν, το 1925, αρραβωνιαζόταν κάποιον άλλο. Η Μαρία αγαπούσε πάντα τον Καρυωτάκη. Το Καλοκαίρι του 1926 διέλυσε τον αρραβώνα της και έφυγε για το Παρίσι. Αλίμονο όμως. Δεν πρόλαβε να εργαστεί, προσβλήθηκε από φυματίωση. Επέστρεψε στην Αθήνα και συνέχισε τη νοσηλεία της. Εκεί έμαθε για την αυτοκτονία του Καρυωτάκη για την οποία θα έγραφε σπαρακτικά: «Λοιπόν, κι αυτό δε μου 'πρεπε το τελευταίο λουλούδι/και πέρασε η ζωούλα του πνοή/ένα άξαφνο φωσφόρισμα/ένα πικρό τραγούδι/ένας νεκρός ακόμα στη ζωή».

Συλλογή
Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή «Οι τρίλλιες που σβήνουν» για να ακολουθήσει η «Ηχώ στο χάος». Η φυματίωση, όμως, δεν θα αργούσε να την καταβάλει και τα ξημερώματα της 29ης Απριλίου του 1930 θα άφηνε την τελευταία της πνοή. Η Μαρία Πολυδούρη όπως φαίνεται από την παρούσα έκδοση «Μόνο γιατί μ' αγάπησες - τα ποιήματα» (Μεταίχμιο, επιμ. Γιάννης Η. Παππάς) υπήρξε μία χαρισματική ρομαντική ποιήτρια η οποία -πριν φύγει τόσο νωρίς από τη ζωή- πρόλαβε να δώσει μερικά κομψοτεχνήματα εμποτισμένα από μια ασυνήθιστη ευαισθησία που υπερκαλύπτει τις όποιες τεχνικές αδυναμίες. Αυτό που μένει από τα λίγα σχετικά ποιήματά της είναι ένας πηγαίος, συχνά αχαλίνωτος, λυρισμός, γεμάτος συναισθηματικές και συγκινησιακές εξάρσεις. Πρόκειται για μία ποίηση του έρωτα και του θανάτου, που σαρκάζει ανελέητα την υποκρισία της εποχής της για να αποτυπώσει -εν τέλει- μοναδικά την αίσθηση του ανικανοποίητου, τη θλίψη της απώλειας, αλλά και τη νοσηρή γοητεία της παρακμής...
 
Σάντρα Βούλγαρη  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 5.11.2011 
Λυρισμός Μεσοπολέμου